Πηγαίνια – Τηλλυρίας
Το χωριό που περπάτησε και ευλόγησε η Αγία Ελένη
με την επιστροφή της από τους Αγίους Τόπους.

Πηγαίνια – Τηλλυρίας
Το χωριό που περπάτησε και ευλόγησε η Αγία Ελένη
με την επιστροφή της από τους Αγίους Τόπους.

Πηγαίνια – Τηλλυρίας
Το χωριό που περπάτησε και ευλόγησε η Αγία Ελένη
με την επιστροφή της από τους Αγίους Τόπους.

Πηγαίνια – Τηλλυρίας
Το χωριό που περπάτησε και ευλόγησε η Αγία Ελένη
με την επιστροφή της από τους Αγίους Τόπους.

Πηγαίνια – Τηλλυρίας
Το χωριό που περπάτησε και ευλόγησε η Αγία Ελένη
με την επιστροφή της από τους Αγίους Τόπους.

Πηγαίνια – Τηλλυρίας
Το χωριό που περπάτησε και ευλόγησε η Αγία Ελένη
με την επιστροφή της από τους Αγίους Τόπους.

Πηγαίνια – Τηλλυρίας
Το χωριό που περπάτησε και ευλόγησε η Αγία Ελένη
με την επιστροφή της από τους Αγίους Τόπους.

Πηγαίνια – Τηλλυρίας
Το χωριό που περπάτησε και ευλόγησε η Αγία Ελένη
με την επιστροφή της από τους Αγίους Τόπους.

Παραδοσιακά Προϊόντα

Πρόκειται για τα χαλίτζια Τηλλυρίας, ένα είδος μαλακού, λευκού τυριού, με τρύπες και υπόξινη γεύση σύμφωνα με το Εικονικό Μουσείο κυπριακών τροφίμων και διατροφής.

Παρασκευάζονται στην περιοχή Τηλλυρίας αλλά και της Τσακκίστρας, από νωπό πρόβειο ή αιγινό γάλα, ή μίγμα από αυτά.

Όπως αναφέρει το Εικονικό Μουσείο τροφίμων και διατροφής, σύμφωνα με τους τοπικούς παραγωγούς της Τυλληρίας, η τεχνογνωσία παραγωγής του προϊόντος έχει μεταφερθεί από γενιά σε γενιά μέχρι σήμερα.

Η γεύση και η όψη

Το χαλίτζι είναι ένα τυρί που μοιάζει στο χρώμα και στη γεύση με την ελληνική φέτα, αλλά η υφή του μοιάζει περισσότερο με χαλλούμι γιατί προφανώς το γάλα χρειάζεται βράσιμο.

Είναι ουσιαστικά κάτι μεταξύ φέτας και χαλουμιού, αλλά είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο. Η γεύση του είναι πιο ξινή απ’ ότι της φέτας. Δεν λιώνει στο στόμα όπως η φέτα, αλλά χρειάζεται να το μασήσει κάποιος όπως και το χαλούμι.

Το όνομά του μάλλον το πήρε από το γεγονός ότι η όψη του μοιάζει με χαλίκια. Όπως θα δείτε στην φωτογραφία είναι γεμάτο με τρύπες.

Πώς φτιάχνεται το χαλίτζι και πότε

Για την παρασκευή των χαλιτζιών χρησιμοποιείτο το γάλα που παραλαμβανόταν μέσα στους καλοκαιρινούς μήνες, όταν τα πρόβατα έβοσκαν τα υπολείμματα του θερισμού.

Παρασκεύαζαν το τυρόπηγμα όπως στο χαλλούμι και το έσφιγγαν μέσα σε ταλάρκα. Κατόπιν, βγάζοντάς το από το ταλάριν, το έκοβαν σε φέτες πάχους δύο εκ. περίπου, αλάτιζαν τις φέτες και τις άφηναν σε λεκάνη να κρυώσουν. Την επόμενη μέρα τις τοποθετούσαν σε δοχείο με αλατισμένο τυρόγαλα, όπου τα χαλίτζια μπορούσαν να διατηρηθούν μέχρι ένα χρόνο.

Τα χαλίτζια καταναλώνονται είτε κομμένα στη σαλάτα, είτε με ψωμί  ή μόνα τους ραντισμένα με ελαιόλαδο και πασπαλισμένα με ρίγανη. Τρώγονται επίσης με καρπούζι αντί χαλλούμι τους καλοκαιρινούς μήνες, ενώ στις μελιντζάνες φούρνου μπορείτε άνετα να αντικαταστήσετε τη φέτα με το χαλίτζι…

Τα παστά σύκα Τηλλυρίας είναι σύκα τα οποία καπνίζονται με θειάφι και αποξηραίνονται στον ήλιο.

Είναι μικρού μεγέθους, άσπρα και μαλακά με γλυκιά γεύση και παρασκευάζονται κατά τους μήνες Ιούλιο – Σεπτέμβριο.

Πήραν το όνομά τους από την περιοχή, στην οποία κυρίως παράγονται.

Μέθοδος παραγωγής:

Χρησιμοποιείται η ντόπια ποικιλία σύκων που απαντάται στην Τηλλυρία και ονομάζεται “κούτσινο”.

Τα σύκα αφήνονται να υπερωριμάσουν, μαζεύονται και τοποθετούνται σε ειδικά δωμάτια ή δοχεία (κλίβανοι) για να καπνιστούν. Το κάπνισμα γίνεται με το άναμμα θειαφιού και διαρκεί περίπου 24 ώρες. Στη συνέχεια, τα καπνισμένα σύκα αποξηραίνονται στον ήλιο για 7-10 μέρες και ακολούθως βυθίζονται σε πολύ ζεστό νερό για να πλυθούν. Αφήνονται να στεγνώσουν και συσκευάζονται.

Δεν έχουν εντοπιστεί μέχρι στιγμής ιστορικές πηγές. Σύμφωνα με τους

τοπικούς παραγωγούς, η τεχνογνωσία παραγωγής του προϊόντος έχει μεταφερθεί από γενιά σε γενιά μέχρι σήμερα.

Σύμφωνα με την Θ. Κυπριανού (2000), τα σύκα της ποικιλίας “κούτσινα” τα οποία καλλιεργούνται κυρίως στην Τηλλυρία, θεωρούνται τα πιο σπουδαία και από αυτά παρασκευάζονται στην Τηλλυρία τα “παστόσυκα”.

Η χαρουπιά (ξυλοκερατιά, τερατσιά) ανήκει στην οικογένεια Leguminosae. O χώρος καταγωγής του φυτού είναι η Μέση Ανατολή και αποτελεί σημαντικό στοιχείο της μεσογειακής χλωρίδας.Στην Κύπρο η χαρουπιά καλλιεργείται από πολύ παλιά και αποτελούσε μία από τις κύριες πηγές εισοδήματος των κατοίκων καθώς κατατασσόταν ως ένα από τα πιο σημαντικά εξαγώγιμα προϊόντα, το οποίο, λόγω της συμβολής του στην εισαγωγή συναλλάγματος, ονομαζόταν «μαύρος χρυσός» της Κύπρου.Η χαρουπιά είναι δέντρο θερμών και ξηρών περιοχών και μπορεί να ευδοκιμήσει και να αποδώσει ικανοποιητικά σε θερμές, υποτροπικές περιοχές.Στην Κύπρο η χαρουπιά καλλιεργείται με επιτυχία σε εδάφη ξηρά, πετρώδη και ασβεστολιθικά. Έτσι αξιοποιούνται περιοχές ξηρές και άγονες, που η γεωργική τους εκμετάλλευση με άλλα είδη είναι αδύνατη.Στην Κύπρο υπάρχουν τρεις κατηγορίες χαρουπιάς. Oι άγριες, οι οποίες είναι δέντρα με λεπτούς κορμούς, μικρά φύλλα και μικρή έως ελάχιστη παραγωγή μικρού μεγέθους χαρουπιών. Χρησιμοποιούνται συνήθως ως σπορόφυτα για εμβολιασμό σε αυτά των επιθυμητών ποικιλιών. Οι αποστολίτικες είναι δέντρα μη εμβολιασμένα και με καρπούς καλύτερους από τις άγριες χαρουπιές. Τέλος, οι ήμερες χαρουπιές είναι τα εμβολιασμένα δέντρα.Η δημιουργία, ανάπτυξη και ωρίμαση του καρπού διαρκεί σχεδόν ένα ολόκληρο χρόνο, από τη στιγμή που λαμβάνει χώρα η άνθιση μέχρι και τον Αύγουστο του επόμενου έτους, και διακρίνεται σε τρία στάδια:  Το πρώτο στάδιο ξεκινά από το τέλος του φθινοπώρου και ολοκληρώνεται μέχρι τον χειμώνα, όπου παρατηρείται πολύ βραδεία ανάπτυξη του καρπού.  Το δεύτερο στάδιο διαρκεί καθόλη τη διάρκεια της άνοιξης μέχρι και την έναρξη του καλοκαιριού, όπου παρατηρείται πολύ ταχεία ανάπτυξη του καρπού.  Κατά το τρίτο στάδιο (Ιούλιος- Αύγουστος) λαμβάνει χώρα η ωρίμαση η οποία συνοδεύεται με πολύ αργή ανάπτυξη του καρπού.Έτσι, ανάλογα με τη μορφή στην οποία θα διατεθούν, τα χαρούπια έχουν και την ανάλογη χρήση. 1) Για ανθρώπινη κατανάλωση: Τρώγονται αυτούσια είτε με τη μορφή διάφορων παρασκευασμάτων. Παραδοσιακά παρα σκευά σματα στην Κύπρο είναι το «παστέλλι» και το «τερατσόμελο». Επίσης, ύστερα από καβούρδισμα και άλεσμα, παρασκευάζεται σε βιομηχανική βάση η χαρουπόσκονη που χρησιμοποιείται διεθνώς στη ζαχαρο πλα στική, κυρίως ως υποκατάστατο του κακάο. 2) Για διατροφή των ζώων: Τα χαρούπια, λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς τους σε υδατάνθρακες και φυτικές ίνες και της χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρές ουσίες θεωρούνται ιδανικά για χρήση τους ως ζωοτροφές. Χρησιμοποιούνται είτε ολόκληρα είτε αλεσμένα, αυτούσια ή σε μίγματα με άλλα είδη ζωοτροφών. 3) Για βιομηχανική χρήση: Από τον πυρήνα των χαρουπιών, μετά από αποφλοίωση και άλεσμα, εξάγεται το κόμμι, που έχει πάρα πολλές χρήσεις όπως για παράδειγμα στη βιομηχανία τροφίμων, καλλυντικών, φαρμάκων, φωτογραφικών φιλμ, σπίρτων, μπογιών, μελανιών και συγκολλητικών γομών.

Το παπουτσόσυκο είναι από τα πλέον νόστιμα καλοκαιρινά φρούτα. Έχει τη δυνατότητα να σε ξεδιψάσει, καθώς έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε νερό (87.5%). Το  International Journal of Food Science and Nutritio, αναφέρει ότι το παπουτσόσυκο είναι μια καλή πηγή σε πολλές σημαντικές ανόργανες ουσίες. (Ασβέστιο, κάλιο, μαγνήσιο και φώσφορο). Ο σπόρος του παπουτσόσυκου  περιέχει λινελαϊκό οξύ, ένα ουσιαστικό λιπαρό οξύ με πολυάριθμα οφέλη για την υγεία. Η θρεπτική και η φαρμακευτική αξία του παπουτσόσυκου είναι μεγάλη, καθώς είναι πλούσιο σε μαγνήσιο και το αμινοξύ ταυρίνη, ουσίες οι οποίες είναι σημαντικές για την υγεία του εγκεφάλου και της καρδιάς. Είναι επίσης πλούσιο σε φλαβονοειδή, αντιοξειδωτικές ουσίες που δρουν κατά του καρκίνου και των καρδιοπαθειών. Τα παπουτσόσυκα περιέχουν ισχυρά αντιοξειδωτικά, δρουν προστατευτικά σε διάφορους ιστούς και όργανα: στις αρτηρίες και τα νεύρα, στους οφθαλμούς και τις αρθρώσεις.

ΒΙΝΤΕΟ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΛΜΠΟΥΜ

ΕΙΚΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ

ΛΕΥΚΩΜΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ

© Copyright 2024 - Πηγαίνια / Designed & Developed by NETinfo Plc